Και μετά την καταστροφή…μια από τα ίδια ; (Κώστας Γκούμας – Τάσος Μπαρμπούτης)*
Σε μεγάλη απειλή για τους πολίτες και κυρίως για όσους έχουν μεγαλύτερη ανάγκη εξελίσσεται η ουσιαστική αδυναμία του κρατικού μηχανισμού στον τομέα της πρόληψης και αντιμετώπισης φυσικών φαινομένων όπως οι πρόσφατες πλημμύρες καθώς και στην αρωγή προς όσους έχουν πληγεί.
Έντονος είναι επίσης ο προβληματισμός για τους λόγους που δεν μπόρεσε η κεντρική διοίκηση και η αυτοδιοίκηση να ανταποκριθεί επαρκώς στις ανάγκες και τις αυξημένες απαιτήσεις αντιμετώπισης παρόμοιων φαινομένων.
Αν μάλιστα σκεφθούμε πως μόλις πριν τρία χρόνια ξαναζήσαμε παρόμοιες καταστάσεις και καμμιά βελτίωση δεν διαπιστώθηκε από την μια τραγωδία έως την επόμενη, τότε τα εύλογα ερωτήματα πληθαίνουν και οι ανησυχίες όλων μας γίνονται μεγαλύτερες.
Κατά την άποψη μας οι κριτικές που ασκούνται με γενικότητες περί «ανικανότητας» των αρμοδίων δεν οδηγούν σε λύσεις και επί της ουσίας δεν πιέζουν όσο χρειάζεται τις κυβερνήσεις για μια αλλαγή πορείας στην διαχείριση παρόμοιων καταστάσεων.
Θα λέγαμε μάλιστα πως επειδή αυτές οι κριτικές συμβαδίζουν με την γενική εικόνα που έχει διαμορφωθεί στον μέσο πολίτη για την αναποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού, ίσως τέτοιες κρίσεις είναι και ευπρόσδεκτες από τους κυβερνώντες, ιδιαίτερα όταν στη διάθεση τους υπάρχει μια καλά μελετημένη επικοινωνιακή τακτική.
Εξάλλου, μετά την αρχικές εντυπώσεις από την «κινητοποίηση» του κρατικού μηχανισμού, ακολουθεί η αναγγελία «αποζημιώσεων» και η σταδιακή απομείωση των πολιτικών πιέσεων.
Στη συνέχεια έρχονται οι υποσχέσεις για έργα και κάθε είδους παρεμβάσεις, έστω και εάν συχνά οι «πληγέντες» ξεχνιούνται και μένουν στην αφάνεια και την εγκατάλειψη, ενώ με τα κονδύλια που εξασφαλίστηκαν για την «ανασυγκρότηση» οι μηχανές των τεχνικών εταιρειών δουλεύουν για χρόνια «στο φουλ», οπότε σταδιακά επανέρχεται μια «κανονικότητα» στην ζωή και την οικονομία της χώρας.
Όσο για τα τηλεοπτικά κανάλια, αυτά προβάλλουν μεν τον οδυρμό των θυμάτων, ανακατεμένο όμως με μπόλικες αερολογίες ειδικών και μη, χωρίς τελικά να προκύπτει κάτι ουσιαστικό.
Ίσως και αυτό να εξυπηρετεί κατά ένα τρόπο την απορρόφηση των «κραδασμών» που φυσιολογικά επιβαρύνουν τις κυβερνήσεις σε παρόμοιες καταστάσεις.
Πολλά έχουν γραφεί την περίοδο αυτή για τον σχεδιασμό της Αντιπλημμυρικής Προστασίας στη χώρα και τη Θεσσαλία ειδικότερα.
Είναι αλήθεια πως από τις 6 Ιουλίου του 2018 είναι δημοσιευμένο επίσημα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, Τεύχος Β’ 2685, το εγκεκριμένο Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας (ΣΔΚΠ/Θ).
Όπως έγινε γνωστό, η μελέτη στην οποία βασίστηκε το εγκεκριμένο ΣΔΚΠ/Θ είχε εκπονηθεί από το Υπουργείο Περιβάλλοντος στα πλαίσια σχετικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας και είχε παραδοθεί τον Μάρτιο του 2017.
Στην μελέτη είχαν εξεταστεί όλα τα πιθανά σενάρια για διαφορετικές πιθανότητες εμφάνισης των φαινομένων που κυμαίνονταν από τα 50 έως τα 1000 έτη, με αντίστοιχους υπολογισμούς των πλημμυρικών ζωνών.
Με την έγκριση του Σχεδίου θεσπίστηκαν πολλά «μέτρα» αντιμετώπισης πιθανών ακραίων πλημμυρικών φαινομένων, με στόχο τα αρμόδια όργανα αντιμετώπισης μιας τέτοιας κρίσης να είναι σε θέση να προστατέψουν ανθρώπινες ζωές, περιουσίες, δημόσιες υποδομές κοκ.
Ένα από τα μέτρα αυτά (σελίδα 31904 του παραπάνω ΦΕΚ) χαρακτηρίζεται σαν «βραχυπρόθεσμο» και αναφέρεται στην εκπόνηση ενός «Στρατηγικού Σχεδίου (master plan) έργων Αντιπλημμυρικής Προστασίας» που υποτίθεται θα (είχε) εκπονηθεί από το Υπουργείο ή την Περιφέρεια, με σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Διεύθυνσης Υδάτων.
Τι έγινε τελικά από όσα προβλέπονται στο Σχέδιο αυτό ;
Όπως όλοι σήμερα γνωρίζουν, οι κυβερνήσεις και οι αρμόδιοι υπουργοί άφησαν το πολύτιμο αυτό εργαλείο στα συρτάρια τους.
Αλλά και αυτό το Σχέδιο να είχε στα χέρια της η Πολιτική Προστασία (ΠΠ), με τέτοια έλλειψη οργάνωσης, κατάλληλου εξοπλισμού και κανόνων λειτουργίας που την χαρακτηρίζει, δύσκολα αυτό θα μπορούσε να έχει αξιοποιηθεί.
Κατά την άποψη μας η ΠΠ θα πρέπει να έχει μια «στρατιωτικού» τύπου οργάνωση και όχι να αποτελεί ένα ετερόκλητο άθροισμα αιρετών και υπηρεσιακών παραγόντων, που η καθημερινή τους δουλειά συνήθως δεν έχει σχέση με την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων.
Και όπως φάνηκε και με τον Ντανιέλ, εδώ είχαμε μπροστά μας έναν «πόλεμο» που δεν θα μπορούσε να κερδηθεί χωρίς ένα ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ που θα λειτουργεί με συγκεκριμένα πρωτόκολλα τα οποία θα εφαρμόζονται από εκπαιδευμένους επαγγελματίες με σαφείς αρμοδιότητες, με καλή γνώση των συνθηκών, με αντίστοιχη εκπαίδευση και προετοιμασία και βεβαίως με άριστη εκπαίδευση στον χειρισμό όλων των ψηφιακών εργαλείων που έχουν παραχθεί για τις προβλέψεις, τον υπολογισμό όγκου νερού, τον υπολογισμό του χρόνου που θα εμφανιστεί σε κάθε περιοχή κλπ., ώστε να γίνεται αποτελεσματικά η χρήση του 112 και γενικά να δίνονται οι κατάλληλες εντολές στον κόσμο και στους μηχανισμούς που βρίσκονται στο πεδίο της «μάχης».
Μόνο με μια τέτοια οργάνωση και λειτουργία μπορεί να υπάρξει πραγματική πολιτική προστασία.
Μόνο σε ένα τέτοιο όργανο θα ήταν δημιουργική και ωφέλιμη η συμμετοχή αιρετών παραγόντων, με την προϋπόθεση όλοι να γνωρίζουν ποιος παίρνει τις αποφάσεις την κάθε κρίσιμη στιγμή.
Σε ότι αφορά στο master plan που αποτελεί βασικό μέτρο με βάση το εγκεκριμένο ΣΔΚΠ, ούτε αυτό φρόντισαν να εκπονήσουν.
Στο μεταξύ, όπως γράφηκε σε διάφορα ΜΜΕ, η μη επικαιροποίηση και η μη εφαρμογή του Σχεδίου οδήγησε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να στραφεί εναντίον της χώρας μας για παράβαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Ας σημειωθεί ακόμη πως ήδη έχει εκπονηθεί η αντίστοιχη μελέτη για την επόμενη πενταετή περίοδο με βάση την οδηγία και σύντομα θα τεθεί σε διαβούλευση, αν και έτσι που πάμε θα οδηγηθεί και αυτή σε ένα Σχέδιο «επί χάρτου», απλά για να είμαστε εντάξει στις «υποχρεώσεις» μας με την ΕΕ.
Όμως με τέτοιες πρακτικές δεν περιμένουμε κάποια ουσιαστική αλλαγή όσον αφορά στην ενσωμάτωση των επιστημονικών προτάσεων στο οπλοστάσιο των αρμοδίων.
Τι πρέπει λοιπόν να γίνει :
Καταρχήν ας θυμούνται οι κυβερνώντες πως η επίκληση της Κλιματικής Αλλαγής (ΚΑ) και της έντασης των φαινομένων (και όχι μόνο των πλημμυρών) δεν θα αποτελεί για πάντα ένα ασφαλές καταφύγιο προστασίας από την οργή των πολιτών και πολύ περισσότερο όσων χάνουν τους ανθρώπους τους και το βιός τους.
Οφείλουν συνεπώς να δούνε τα πράγματα από άλλη σκοπιά και όχι να παραμείνουν απροετοίμαστοι και αιφνιδιασμένοι όπως συνέβη με τον Ντανιέλ, παρότι είχε πρόσφατα προηγηθεί ο Ιανός και καμμιά δικαιολογία δεν υπήρχε.
Ίσως είναι ώρα να σκεφθούν την ΚΑ σαν μια καλή ευκαιρία αναστοχασμού και επανεξέτασης των προτεραιοτήτων τους.
Κατά την άποψη μας, πέρα από κριτικές και επικοινωνιακές τακτικές, είναι αναγκαία η ΣΥΝΘΕΣΗ των προτάσεων και των μέτρων που περιλαμβάνονται στα επικαιροποιημένα Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων (ΣΔΛΑΠ) και στα αντίστοιχα Σχέδια των Πλημμυρών (ΣΔΚΠ), έτσι ώστε από το «πάντρεμα» αυτό να προκύψει ένα ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ πακέτο έργων και δράσεων με ΠΟΛΛΑΠΛΟΥΣ στόχους, τους οποίους εντελώς συνοπτικά παραθέτουμε :
- Την θωράκιση της Θεσσαλίας από τις απειλές που δέχεται (πλημμύρες, αποθέματα νερού έναντι της ξηρασίας).
Απόλυτα αναγκαία για την ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ προστασία η υλοποίηση νέων ταμιευτήρων πολλαπλού σκοπού (Μουζάκι, Πύλη, Σκοπιά Φαρσάλων, Ελασσόνα, Νεοχώρι κα) και παράλληλα πολλά μικρότερα έργα ανάσχεσης των πλημμυρικών ροών, όπως προτείνονται από διάφορες μελέτες και από το ΣΔΚΠ/Θ.
Παράλληλα επίσης τα έργα αυτά είναι μεγάλης σημασίας για την κάλυψη αρδευτικών αναγκών, για περιβαλλοντική προστασία, για αναβάθμιση των οικοσυστημάτων καθώς και για την προστασία των εδαφών από την απειλή της ερημοποίησης.
- Την οικολογική προστασία και αποκατάσταση των πληττόμενων Οικοσυστημάτων της (αποθέματα νερού για κάλυψη του θηριώδους συσσωρευμένου ελλείμματος). Πρέπει συνεπώς να επιλυθεί ΟΡΙΣΤΙΚΑ το μείζον θέμα της ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ του υδατικού δυναμικού της λ. Πηνειού (ΥΔ Θεσσαλίας), με μεταφορά υδάτων (εκτροπή όπως την «προτιμούν» κάποιοι), μέσω της ολοκληρωμένης σήραγγας από την λεκάνη Αχελώου (ΥΔ Δυτικής Στερεάς).
- Την δημιουργία προϋποθέσεων βιώσιμης παραγωγικής αξιοποίησης του υδάτινου δυναμικού της (αρδεύσεις, παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας κλπ.), στη βάση ενός επεξεργασμένου σχεδίου κατευθύνσεων και ανάπτυξης του γεωργοκτηνοτροφικού τομέα προσαρμοσμένου στις σημερινές συνθήκες και ανάγκες της Θεσσαλίας, οι οποίες με την πρόσφατη καταστροφή έχουν σημαντικά μεταβληθεί.
-Την κάλυψη κοινωνικών αναγκών (υδρεύσεις από επιφανειακούς ταμιευτήρες, αναψυχή, τουρισμός κλπ.).
Με όλες τις παραπάνω σκέψεις οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι στα χέρια των πολιτικών όλων των αποχρώσεων, ανεξάρτητα από την επιτυχή ή όχι διαχείριση αυτών των ζητημάτων κατά το παρελθόν, βρίσκονται οι λύσεις για το μέλλον της περιοχής μας.
Πολύτιμη συνεισφορά στο έργο τους θα αποτελέσει το γεγονός πως όλα αυτά τα χρόνια στη Θεσσαλία οι φορείς και οι οργανώσεις της έχουν ΟΜΟΦΩΝΑ διαμορφώσει θέσεις για το υδατικό, έχοντας συστηματικά επιτύχει την σύνθεση των επιστημονικών προτάσεων που επί δεκαετίες κατατίθενται από διάφορες πλευρές (πανεπιστημιακά ιδρύματα, επιμελητήρια, μεμονωμένους επιστήμονες, παραγωγικές οργανώσεις κλπ.).
Ουσιαστικά η ΘΕΣΑΛΙΑ ΕΧΕΙ ΘΕΣΕΙΣ και τα τελευταία χρόνια η Ε.Δ.Υ.ΘΕ εργάστηκε ώστε οι θέσεις αυτές να προσλάβουν έναν διεκδικητικό χαρακτήρα, μέσα από υπομνήματα που αποστάλθηκαν στους πολιτικούς και μέσα από ειδικές παρουσιάσεις, ακόμη και στην Βουλή.
Ας φροντίσουν λοιπόν και οι πολιτικοί να κάνουν αυτό που πρέπει.
Να ενημερώσουν το λαό, να αξιοποιήσουν κάθε ευκαιρία που τους προσφέρεται (Διαβούλευση Σχεδίων, κοινοβουλευτικός έλεγχος, συζήτηση σε επιτροπές της Βουλής κα), να απαιτήσουν στη Βουλή οριστική απόφαση για την ολοκλήρωση των ημιτελών έργων Άνω Αχελώου, να πιέσουν την κυβέρνηση και προσωπικά τον πρωθυπουργό (ειδικά οι φιλοκυβερνητικοί) που έως σήμερα δημιούργησε έλλειμμα πολιτικής στο υδατικό, είτε με διστακτικότητα στην λήψη αποφάσεων, είτε με αθέτηση υποσχέσεων (Μουζάκι, Αχελώος) και γενικά με υποτίμηση της κρισιμότητας του θέματος αυτού για τη Θεσσαλία.
Εάν ακόμη οι πολιτικοί αποφασίσουν να συγκρουστούν με την διάλυση των συγχύσεων που έντεχνα κάποιοι δημιουργούν και να σταθούν απέναντι στην τάση στασιμότητας που με ευθύνη των κυβερνήσεων της τελευταίας δεκαετίας έχει επικρατήσει στο υδατικό της Θεσσαλίας, είναι πολλές οι πιθανότητες να κερδηθεί το «στοίχημα» ως προς την αλλαγή στρατηγικής της κυβέρνησης με επίκεντρο την ΑΣΦΑΛΕΙΑ της Θεσσαλίας από πλημμύρες, ξηρασία και υποβάθμιση της ζωής αλλά και των παραγωγικών δυνατοτήτων που αυτά επιφέρουν.
Εάν πάλι οι πολιτικοί επιλέξουν να συνεχίσουν παρόμοια παθητική στάση, τότε όλοι είμαστε άξιοι της τύχης μας και μάλιστα την ώρα που η φύση στέλνει κάθε τόσο σαφείς «απαντήσεις» στο ερώτημα εάν θα υπάρξουν στο μέλλον ακόμη πιο καταστροφικά φαινόμενα.
*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,
*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ